Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Οι άνδρες των Freikorps ήταν υιοί του πολέμου, της ήττας και της επαναστάσεως του Νοεμβρίου. Ήταν απ’ ευθείας συγγενείς των «arditi»  του Fiume και των «squadristi», οι οποίοι εμφανίσθηκαν λίγο αργότερα στην Ιταλία και ενσάρκωναν ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου, που δεν θα εμφανιζόταν ποτέ ξανά. Σχηματίσθηκαν αρχικά στα χαρακώματα του Α’ Π.Π. Ο πόλεμος είχε εξαλείψει τους άνδρες που είχαν καταρρεύσει ψυχολογικά ή ηθικά συνθλιμμένοι από το μαρτύριο, και είχε ξεχωρίσει εκείνους, οι οποίοι βγήκαν δυνατότεροι και σκληρότεροι από πρίν. Ο Jünger τους συνέκρινε με τους παλαιούς Γερμανούς μισθοφόρους, των οποίων η μοναδική πατρίδα ήταν η σημαία τους. Ο πόλεμος είχε καταργήσει όλες τις κοινωνικές διαφορές μεταξύ τους, εξισώνοντάς τους σύμφωνα με κριτήρια, τα οποία δεν είχαν σχέση με την ζωή του πολίτη. Οι κοινωνικές ταξινομήσεις είχαν αντικατασταθεί από την τόλμη και το θάρρος, και ήθελαν πλέον να μεταφέρουν αυτήν την νέα ιεράρχηση  αξιών στην μεταπολεμική αστική κοινωνία. Με τον τρόπο τους ήταν σοσιαλιστές. Ο σοσιαλισμός τους, όμως, ήταν στρατιωτικός και δεν είχε σχέση με την επιδίωξη της ασφαλείας και της υλικής ευμάρειας.  Η μόνη ιεραρχία που αναγνώριζαν ήταν αυτή της αξίας. Όλοι τους μοιράζονταν την ίδια πίστη στην δύναμη της θελήσεως και στην ειλικρινή απόλαυση των συνοπτικών μεθόδων. Ενώ αναμφισβήτητα δεν αποτελούσαν την επιτομή όλης της ουσίας του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού, ήταν θεμελιώδες στοιχείο των κινημάτων αυτών, υπό την έννοια ότι ενσάρκωναν στην εποχή τους την πλέον ριζοσπαστική εξέγερση εναντίον του αστικού κόσμου.

Dominique Venner, Ο αιών του  1914

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Το βασίλειο της Ελλάδας είναι βορά των κομμάτων. Ευφυής, φιλόπατρις, στηριζόμενη ακόμη σε μιαν αρχαία και παραδοσιακή οργάνωση (ορισμένοι βουλευτές εκλέγονται από πατέρα σε γιό στην Εθνική Αντιπροσωπεία) σχεδόν ανέγγιχτη από τον πυρετό του σοσιαλισμού, η Ελλάδα συντηρεί στην Αθήνα δύο χιλιάδες επίδοξους αξιωματούχους και βουλευτές. Αυτός ο λαός των δικηγόρων, των ρητόρων και των γιατρών δεν πρόκειται ποτέ να βρεί σε ολόκληρη την Ανατολή ικανό ποίμνιο για να κηρύξει την σοφία του, ικανό αριθμό πελατών για να τους θεραπεύσει και να τους συμβουλεύσει. Ποιος θα στηρίξει μια τόσο πολυπληθή αστική τάξη;

Πολύ φοβάμαι πως τελικά το κράτος θα υποχρεωθεί να εργάζεται και να πληρώνει για αυτούς. Ένα κράτος όμως που υπάρχει μόνο για να τρέφει και να προμηθεύει τα απαραίτητα στους πολίτες του, μοιραία οδηγεί την κοινωνία στην κατάρρευση. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι ήδη αρκετοί, και, καθώς όλοι ασχολούνται με την πολιτική, ο αριθμός του ολοένα και θα αυξάνει. Οι μισθοί, σήμερα μέτριοι ή χαμηλοί, θα αυξάνονται επίσης με τον ίδιο ρυθμό, όσο ισχνά και αν παραμένουν τα αποθέματα απ’ όπου αντλούνται. Αυτή είναι η μοίρα των χωρών όπου το πλήθος έχει μεγάλη επιρροή. Οι εσωτερικές διαμάχες καταλήγουν σε συμβιβαστικές συμφωνίες επιζήμιες για την οικονομία. Όμως οι παράλογες αυτές συμφωνίες προκαλούν νέες συγκρούσεις, που με την σειρά τους οδηγούν σε νέους επαχθείς συμβιβασμούς. Φαύλος κύκλος που επαναλαμβάνεται ως τον απόλυτο εκφυλισμό, ως την στιγμή που στην σκηνή θα ανέβει ο Ξένος.

Σαρλ Μωρράς, Αθήνα 1896, Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, εκδόσεις Ωκεανίδα
Οι μηχανισμοί της Ιστορίας είναι ηρωικοί: ποτέ ο αριθμός δεν είναι καθοριστικός για την διαιώνιση μιάς φυλής. Ο ρόλος αυτός βαρύνει πάντοτε τους άριστους. Επιβίωσαν άραγε οι άριστοι των Ελλήνων; Εκεί είναι το θέμα.


Σαρλ Μωρράς, Αθήνα 1896, Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, εκδόσεις Ωκεανίδα

Σάββατο 19 Ιουλίου 2014




Οι αρχαίοι Έλληνες δεξιώνονταν στην  όχθη του Αλφειού ποταμού  όλους τους ομόγλωσσους λαούς, συμπεριλαμβανομένων και των Μακεδόνων. Αργότερα, αναγκάστηκαν να ανοίξουν το Στάδιο στον Λατίνο κατακτητή. Τώρα, οι Αθηναίοι ανανεώνουν την ολυμπιακή συνθήκη όχι μόνο μεταξύ των Ελλήνων, ή Ελλήνων και Λατίνων, ή Ευρωπαίων, αλλά με ολόκληρη την οικουμένη. Όταν ανακοινώθηκε για πρώτη φορά η ιδέα, ομολογώ πως την αποδοκίμασα με όλες μου τις δυνάμεις. Η Διεθνής των Αγώνων δεν μου άρεσε καθόλου. Φοβόμουν την βεβήλωση ενός ωραίου ονόματος, την παρερμηνεία του. Επιπλέον, έβλεπα το όλο εγχείρημα σαν αναχρονισμό. Οι ελληνικές ολυμπιάδες υπήρχαν, γιατί υπήρχε μια Ελλάδα. Μετά την Μεταρρύθμιση, και κυρίως μετά την Γαλλική Επανάσταση, είναι ζήτημα αν υπάρχει πια Ευρώπη: τι νόημα θα είχε μια Ολυμπιάδα ανοικτή σε ολόκληρο τον κόσμο; Και τελικά, ήταν πολύ αμφίβολο αν αυτός ο συμφυρμός των φυλών θα κατέληγε σε έναν συνειδητό και έλλογο συνασπισμό των σύγχρονων λαών, και όχι στην χαώδη οχλαγωγία του κοσμοπολιτισμού.

Σαρλ Μωρράς, Αθήνα 1896, Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, εκδόσεις Ωκεανίδα

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

"Ο Θεός να ευλογάει όλα όσα δεν είναι μόνον κοινή ανθρώπινη κουβέντα, που πρέπει να καταλάβουμε. Και η σιωπή είναι ευλογημένη από τον Θεό."
Κνούτ Χάμσουν, Σε χορταριασμένα μονοπάτια, εκδόσεις Δωδώνη